Luigi Speranza
ἐμπλέκω ,
Ep. ἐνιπλέκω , pf.
A.
“ἐμπέπλεχα” Hp. Oss. 17,
“ἐμπέπλεκα” Call.Iamb.1.352, v.l. in Hp.l.c.: fut. Pass.
“ἐμπλακήσομαι”
LXXPr.28.18:
—plait or weave in, entwine,
χεῖρα ἐmplekein:
entwine one's hand in another's clothes, so as to hold him, E.Or.262;
εἰς ἀρκυστάταν μηχανὰν ἐμπλέκειν παῖδα ib. 1421 (lyr.);
τῇ καλλίστῃ τέχνῃ τοὔνομα ἐmplekein
connect the name with . ., Pl.Phdr.244c;
ποιηταὶ τοιαῦτα ἐμπλέκοντες καὶ συγκυκῶντες
Plato Leges 669d;
ἐmplekein τὴν ἡδονὴν εἰς τὴν εὐδαιμονίαν
Aristotele Ethica Nich. 1153b15;
ποίῃ ἐνιπλέξω σε (sc. ἀοιδῇ);
Call.Del.29;
ἐmplekein τινὰ εἰς φιλίαν τινός
Plb.27.7.11
:—Pass., to be entangled in a thing,
πλεκταῖσιν αἰώραισιν ἐμπεπλεγμένην”
S.OT1264;
ἡνίαισιν ἐμπλακείς
E.Hipp.1236;
ἐν δεσμοῖσιν ἐμπεπλεγμένη
Ar.Th.1032;
εἰς δίκτυον ἄτης ἐμπλεχθήσεσθε
A.Pr.1079:
metaphorically:
to be involved,
ἐν πόνοις, ἐν κακοῖς ἐμπλακῆναι,
Platone, Leges 814e, Isoc.8.112;
εἰς ἀσχολίας βαθυτέρας τῶν ἐγκυκλίων
Epicur.Ep.1p.35U.;
εἰς τὰ κατὰ τὴν Σικελίαν
Plb.1.17.3;
"form a connexion with",
ἔθνει” Id.24.6.1;
γυναικὶ ἐμπλακείς
D.S. 19.2;
εἴς τινα Vett. Val.118.4; of troops, to be incorporated with hoplites, Ascl. Tact.6.1; but also
ἐμπλεκέντες τινί
having had a scuffle with . ., PTeb.39.17 (ii B.C.).
2. metaph.,
weave by subtle art,
ἐmplekein αἰνίγματα
A.Pr.610;
ἐmplekein πλοκάς” E.IA936.
Thursday, July 28, 2011
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment